Tuesday, 26 April 2011

πασχα των παθων

Οι διαδρομες γινονται ολοενα και πιο συντομες, αυστηρα προδιαγεγραμμενες. Τα αγνωστα δρομακια μοιαζουν απειλητικα, δισταζω πια να τα εξερευνησω. Προστατευομαι απο το να δω σε ολη του την εκταση αυτο που συμβαινει. Εχω σχεδον ακινητοποιηθει. Η ακινησια δεν μου ταιριαζει, γινεται μυαλικη υπερκινησια που με κουραζει. Πρεπει συντομα να φυγω.
............
Μεγαλη Παρασκευη, στη ρωσικη εκκλησια. Στον εξωστη επανω, ενα θολωτο ταβανι με ενα εντονο μπλε και χρυσα αστερακια. Απεναντι μια κοπελλα με μαντηλα, φωτισμενη απο τα κερια. Στις μπροστινες καρεκλες καθισμενοι γριες και γεροι. Ενα μικρο κοριτσακι πανω στη σκαλα, η μαντηλα που φορα εχει μικρες μαργαριτες. Μπροστα μας μια περσονα της Αθηνας. Μου ειναι συμπαθης, αλλα αποψε ακομα και οι κινησεις της κανουν πολυ θορυβο. Η παρεα της κυτταζει γυρω σα να ειναι πανηγυρι, καποια στιγμη κτυπαει ενα κινητο, καποιος αρχιζει να δινει οδηγιες πλοηγησης. Με πιανει νευρικο γελιο. Ησυχαζω, τι μου φταινε οι αλλοι αμα δεν μπορω να βρω την ηρεμια απο μεσα μου, σκεφτομαι. Προσπαθω να νοιωσω την κατανυξη. Ειναι οπως στα ονειρα που προσπαθεις να πεταξεις, αλλα μισοσηκωνεσαι στον αερα και ξαναπεφτεις. Προσπαθω, προπαθω με ολη μου τη δυναμη, αλλα δεν. Λιγο μετα, βγαινουμε εξω, βγαινει κι ο επιταφιος, τα εξαπτερυγα, η χορωδια. Οι καμπανες κτυπουν. Ερχεται ενας φιλος, η αναπνοη του μυριζει ρακη. Διπλα μου μια γιαγια διπλωμενη απο το βαρος των χρονων στα δυο, το παλτο της μυριζει κλεισουρα και ναφθαλινη. Τη βοηθαω να ανεβει στα σκαλια για να δει παραχωρωντας της τη θεση μου. Ο επιταφιος γυρναει γυρω απο την εκκλησια τρεις φορες, ακολουθουνε μαντηλοφορεμενες γυναικες ολων των ηλικιων με αναμμενες λαμπαδες. Ενας ανδρας με μυτη πυγμαχου τραγουδαει με φωνη τενορου. Σκεφτομαι πογκρομ και διωγμους αιωνων, ανατριχιαζω. Η γιαγια κατεβαινει απο τα σκαλακια, φευγοντας μας ευχαριστει, ευχεται καλη ανασταση. Στιγμιαια, το χαμογελο και η ματια της εχουνε ολη την ενταση και τη ζωντανια που λειπει απο το γερικο σωμα της, σα να ειναι αλλος ανθρωπος. Ξαφνιαζομαι συνειδητοποιωντας οτι χωρις να το καταλαβω εχει επελθει η μεθεξη.
..........................
Το τρανζιστορ (Πρωτογενους 10, στου Ψυρρη) ειναι ενας χωρος με τοιχους στο βαθυ γκρι, πολυχρωμες μαργαριτες κρεμασμενες αναποδα απο το ταβανι, μακρια ανετη μπαρα και ενα μεγαλο ξυλινο τραπεζι σε χωρο υπερυψωμενο στο βαθος που μου θυμιζει το μυστικο δειπνο. Χωρος με ψυχη. Οψεις ανεπιτηδευτες. Καποια στιγμη ακουγεται ενα ταγκο, τα δυο παιδια πισω απο το μπαρ αρχιζουν να χορευουνε γελωντας - δεν εχει πολυ δουλεια - ειναι μια στιγμη συνωμωτικα εντελως δικη τους. Ο Α - αυτος μας εφερε, το μερος ανηκει σε μια φιλη του ηθοποιο - με ευχαριστει για κατι που εχω εντελως ξεχασει. Η φιλη του μας ξαναγεμιζει τα ποτηρια με κρασι. Μας κερναν σφηνακια βοτκα καραμελα. Λεω στην ιδιοκτητρια ποσο πολυ μου αρεσε ο χωρος, το προσωπο της φωτιζεται, ενθουσιαζεται με τον ενθουσιασμο μου. Αποφασιζω να ξαναρθω.
.................................
Σαβατο βραδυ, λιγο πριν τις 12. Προχωραω μονη μου με τη λαμπαδα μου προς την εκκλησια. Δεν ειανια κριβως προσκυνημα, αλλα το ειχα αναγκη να ειμαι εκει γαι το Χριστος ανεστη. Ειναι ολα οπως τα θυμαμαι - οι ψαλμωδιες, η μυρωδια καμενου μαλλιου απο τις λαμπαδες, ο συνωστσισμος, ο παπας που διακοπτει πριν την Αναστασηγια να δηλωσει αυστηρα - ολοι μετα μεσα στην εκκλησια για τη θεια λειτουργια της Αναστασης. Ξεκιναω να επιστρεψω με τον ηχο της πρωτης κροτιδας, προστατευοντας τη φλογα του κεριου μου. Πρωτη φορα καταφερνω να γυρισω στο σπιτι που με φιλοξενει χωρις να χρειαστει να ξανααναψω απο αλλον την λαμπαδα. Εχω μια αισθηση κατορθωματος και προσωπικης ανακουφισης. Παρ'ολα αυτα, δεν ειμαι σιγουρη φετος για το "ανεστη".
...................................
The real extreme makeover of athens, or, how you can turn El Greco into William Hogarth in only 36 years of μεταπολιτευσης.

Wednesday, 20 April 2011

κιτρινο

Μεσα στο Rosebud ειμαστε μονο τα παιδια στο μπαρ, ενας τυπος προσηλωμενος στο λαπτοπ του - καποια στιγμη σταματαει να γραφει, κουνα το χερι του στο ρυθμο της μουσικης, σα να διευθυνει ορχηστρα, τοση ωρα δε μου εχει ριξει ουτε μια ματια - και εγω. Εχω φωλιασει στην γωνιακη κοκκινη πολυθρονα στο τραπεζακι διπλα στο παραθυρο, ειναι η αγαπημενη μου θεση, που συνηθως ειναι κρατημενη για αλλους τα Σ/Κ. Αυτο το μαγαζι με τα κοκκινα μπλε χρωματα κ τον ζεστο φωτισμο μου δινει την ψευδαισθηση φωλιας. Σημερα εχει μια μελωδικη, μελαγχολικη μουσικη, που μου θυμιζει τα φοιτητικα μου χρονια, και που δενει γλυκα με τη μουνταδα της ημερας. Απο το παραθυρο κλεβω καποιες στιγμες των περαστικων - μια τυχαια συναντηση γινεται αφορμη για ζεστα χαμογελα, ενας ανδρας φιλαει στην κορφη του κεφαλιου την αγαπημενη του, ενας μαυρομαλης νεαρος μου ριχνει μια κλεφτη ματια. το μαγαζι αρχιζει σιγα σιγα να γεμιζει, η γκαρσονα με το μακρι μαλλι και ενα κοτσακι σαν της Olive Oil πηγαινοερχεται πανω κατω για τις παραγγελιες.

Κατεβαινοντας λιγο πριν τη Ζωοδοχου πηγης σκεφτομουνα ποσο ο ηλιος ομορφαινει και το πιοα σχημο μερος. Η μερια αυτη της πολης που αλλες φορες μου φαινεται ζωντανα πολυχρωμη, τωρα μου μοιαζει γκριζα, βρωμικη, μουτζουρωμενη. Τα ομορφα νεοκλασσικα ειναι κλειδαμπαρωμενα, τα συνθηματα που διαβαζω μου φαινονται γαυγισματα γερικου σκυλιου. Κοντοστεκομαι στους χαρτες, σκεφτομαι να καθησω στις πολυχρωμες καρεκλες του, αλλα θελω να ανοιξω το λαπτοπ και εδω φοβαμαι. Ποιος να ποναει, να αγαπαει αραγε αυτην την πολη.

Χθες, με φιλη πολυ αγαπημενη, σε κυριλατο μερος της Κηφισσιας. Τα καταπρασινα γλαστρακια στα τραπεζια ητανε ψευτικα, σκεφτομουνα οτι σε αυτο το μερος ολα, ακομη και οι θαμωνες, ειναι προσεκτικα αποξηραμενοι και καλοδιατηρημενοι, τρομαξα. Η φιλη μου ειναι ενας ιδιαζων ανθρωπος με συμπυκνωμενη ενεργεια, εκει που λες οτι εχει τελειως ξοδευτει ξαναξεκιναει για καινουριες μαχες. Ψυχη αλωβητη απ την πολυ δημοσια εικονα της. Τι θελουμε εμεις εδω, μου λεει, κυτταξε γυρω σου, κυττα μετα εμας και παρε θαρρος.

Καποιες φορες χρειαξεται μια επιστροφη για να επικυρωθει μια αποχωρηση.

Διπλα μου στο παραθυρο βαλανε σε μια γυαλα φρεσκα κατακιτρινα τριανταφυλλακια. Ακουγεται το un anno d'amore. Μυριζω την κανελλα πανω στον αγρο του καπουτσινο μου. Μικρα κομματακια ευτυχιας.

Monday, 18 April 2011

η πολη

Κανει κρυο και βρεχει. Η δεκαοχτουρα που η μαμα μου φωναζει Κοκο εχει καθισει στο τραπεζι του μπαλκονιου, κυτταζοντας μας σα σκυλακι που περιμενει να το ταισουν. Η μαμα μου βγαινει και της ριχνει τα ψιχουλα απο τον πατο της ψωμιερας. Η Κοκο δεν πεταει να φυγει, απλα πηγαινει λιγο πιο εκει και περιμενει ανενοχλητη. Οταν η μαμα μου μπαινει μεσα στην κουζινα, κατεβαινει ενα σμαρι απο περιστερια που πεφτουνε πανω στα ψιχουλα σα λιμασμενα. Η μαμα μου ξαναβγαινει κανοντας θορυβο για να τα διωξει. Τα πουλια πετανε μεχρι την ταρατσα απεναντι και γυριζουν παλι- εχουνε μαθει να αναγνωριζουν αυτους που αγαπανε τα ζωα. Ο μπαμπας μου, καθισμενος ραχατικα στο ντιβανι της κουζινας, αναστεναζει κυττωντας τη μαμα μου επιπληκτικα. Στην Κηφισια ειχαμε τις γατες σου, εδω τα πουλια, τελος παντων δεν μπορει κανεις να γλυτωσει απο τα ζωα μαζι σου, της λεει. Δεν το εννοει, αλλα του αρεσει να της κανει ζηλιες, οτι ταχα μου πρωτα ταιζει τα ζωα και μετα αυτον. Χαμογελαω, εχω παραστει απειρες φορες σε παρομοια σκηνη. Το σπιτι μυριζει φρεσκοψημενο ψωμι, που φτιαχνει ο μπαμπας μου καθε τρεις μερες, και σπανακοπιτα, που εφτιαξε η μαμα μου ειδικα για εμενα. Ειμαι με τις πυζαμες μου με τα κοραλια. Οι διακοπες εχουν αρχισει.
...................................
Βγαινω απο την εισοδο της πολυκατοικιας. Τρια αγορακια κανουνε συσκεψη μπροστα στα κουδουνια, να ανεβουνε να συνεχισουν το παιχνιδι επανω, η να το καθυστερησουνε λιγο ακομα. Που πατε, ποιον θελετε? τα ρωταω. Μου απαντανε με λεπτομερειες σε ολες μου τις ερωτησεις. βαζουνε τα χαλι αναμεσα στην εξωπορτα οταν βγαινω, συνεχιζουνε να συζητανε τι θα κανουν με ολη τη σοβαροτητα της ηλικιας τους. Ο δρομος μυριζει γλυκα απο τις ανθισμενες νερατζιες, πισω ο λοφος Φινοπουλου ειναι καταπρασινος, λιγο πιο πανω ο φουρνος πρεπει να ψηνει καιηκ - μου αγορασε η μαμα μου, ειναι σχεδον σαν αυτο που φτιαχνει εκεινη. κατεβαινω το δρομο που βγαζει στη Σονια, να περασω απεναντι την Αλεξανδρας. Η γειτονια αυτη της Αθηνας σα να μην εχει αλλαξει απ οτι την θυμαμαι απο τα παιδικα μου χρονια.
..............................
Περπατωντας στη Χαριλαου Τρικουπη, τα μαγαζακια ειναι λιγο πιο σκονισμενα και ανεπαισθητα πιο σκοτεινα απ'οτι θυμαμαι. Ενα σκυλακι που το βγαζουνε βολτα μου κανει χαρουλες, σκεφτομαι ισως ειναι το ιδιο που χαιδεψα περνωντας χθες εξω απο ενα μαγαζι . Ο δρομος αρχιζει να αποκτα λιγο πιο οικεια οψη. Εξω απο ενα αλλο μαγαζακι, μισοπαρατημενο μου φαινεται, κοντοστεκομαι, κανω λιγα βηματα, ξαναγυρνω. Εχει μια ολανθιστη γλαστρα βουκαμβιλια με ενα πολυ λεπτο ροδομαβι χρωμα. Την αγοραζω χωρις παζαρια και τη στελνω σπιτι - τοσο ευκολα πραγματοποιησιμα να ητανε ολα τα ονειρα μου! Συνεχιζω να περπαταω πιο ευδιαθετη. Μεχρι τη Σκουφα εχω δωσει ελεημοσυνη σε 3.
...........................
Στο Κολωνακι ο αερας ειναι διαφορετικος απο οτι θυμαμαι. Λιγο πιο αμηχανος, λιγο πιο σφιγμενος ο κοσμος. Αρκετοι καθονται στα τραπεξακια εξω με τη ματια προσηλωμενη στο δρομο, σαν σε κατασταση αναμονης. Σκεφτομαι πως δεν ειμαι μονο εγω που ερχομαι να γυρεψω μια δοση χαρας και ζωντανιας, που ομως σημερα εδω δεν βρισκω.
........................
Μπαινω στο Πολις, περιεργαζομαι τα βιβλια με καποια αγωνια. Αμα μπω σε καταστημα να παρω ρουχα η βιβλια και βγω με αδεια τα χερια, ανησυχω για την κατασταση μου. Αν δε βρω κατι που να θελω, σημαινει πως η που δεν μπορω να προσδιορισω ακριβως τη διαθεση μου, η που τιποτε δεν αρκει να ξεγελασει την αγωνια μεσα μου. Το βαρομετρο ειναι αλανθαστο. Σημερα βρισκω κατι που να θελω να διαβασω. Ψιθυροι στο Μπεγιογλου λεγεται, του David Boratav, μιλαει για εναν μεταναστη που γυρνα στην πολη των παιδικων του χρονων, την Πολη. Το βιβλιο το τελειωνω σε μια μερα, με το που το αγοραζω ξερω ηδη σε ποιον μετα θα το χαρισω.
.......................
Βραδυ, στο Joke. Ο ανδρας απεναντι μου ειναι ανετος, χαρουμενος που με βλεπει, χαλαρος μαζι μου. Εμενα παλι η διαθεση μου δεν ειναι αναλαφρη. Καποια στιγμη, αφου του εξηγησω κατι, με πιανει να δακρυζω. Θα μου πεις τισ κεφτηκες και δακρυσες? Οχι, ετσι? με ρωταει.οχι βεβαια, του απανταω. Ειμαι δυσκολος ανθρωπος σκεφτομαι, κι ειναι παντα δυσκολα τα πραγματα. Στο δρομο αμα βγουμε παει να με πιασει απο το χερι, εγω το βαζω πανω στο λουρι της τσαντας. Σκουντουφλαμε ο ενα επανω στον αλλο στη διαδρομη μεχρι το αυτοκινητο. Καποιες φορες ειναι δυσκολο να συχρονιζεις το βημα σου με καποιο αλλο αμα δεν κρατιεστε απο το χερι. Ο Λυκαβητος δεσποζει πισω μας φωτισμενος. φυσαει αερας, αλλα και εδω μοσχοβολανε ανθισμενες οι νερατζιες.
.......................
Κοιμαμαι μονη στο διπλο κρεβατι στο δωματιο με τις δυο μπαλκονοπορτες. Το πρωι, οταν καθομαι στο κρεβατι με τα στορια ανοιχτα, αισθανομαι εναν ομορφο ιλιγγο - σα να αιωρειται το κρεβατι, σα να προκειται να πεταξει πανω απο τα δρομακια και τα στενα της περιοχης, να περασει τη μεγαλη λεωφορο, να κατευθυνθει προς τον πρασινο Λυκαβητο που φαινεται απο το μπαλκονι, ισως ακομα πιο εκει, προς και επανω απο τη θαλασσα που τη μαντευω. Το κρεβατι μου γινεται σχεδια που επιπλεει πανω απο την πολη της φαντασιας μου.

Thursday, 14 April 2011

100

(τοκ τοκ τοκ)
- Ανοιξε!
- Ποιος?
- Η Ανοιξη...
.........................................

Τελευταια μερα πριν την αναχωρηση, μεσ'την τρεχαλα. Το πρωινο meeting των 8 εχει αργησει να τελειωσει, φθανω ηδη καθυστερημενη και αγχωμενη στην κλινικη. Με περιμενει μια μερα πιεστικη. Διαβαζω γρηγορα τον φακελλο του πρωτου ασθενους, που εχει θεωρησει περιττη και εχει αρνηθει να κανει μια μαγνητικη. Θελουν να τον δω για να αποκλεισω ενδοκρανιακη παθολογια. Λεω στη νοσοκομα να τον φερει, βλαστημωντας απο μεσα μου που η μερα αρχιζει παλι με καποιον δυσκολο/παλαβο/whateva ασθενη. Η πορτα ανοιγει, και.....γλουπ?....γλουπ.....ΓΛΟΥΠ!!!

Και αρχιζει να σπινθηριζει ο αερας του ιατρειου. Γιατι το ατομο που μπαινει μεσα εχει εναν συνδυασμο που με στελνει. Low key γοητεια, ευγενικα χαρακτηριστικα, μια εξυπναδα που δεν χαριζεται και πολλα αλλα, σε ενα ψηλο, γυμνασμενο κορμι με εκφραστικα γαλαζια ματια - αχ!- αλλα και μια βερα στο αριστερο χερι.

Αιφνιδιαστηκα. Ημουνα εντελως σιγουρη οτι δεν υπαρχει περιπτωση να δω ποτε ερωτικα Αγγλο. Στα τοσα χρονια που ειμαι εδω, εχω εναν πλατωνικο ερωτα (με πληρη ανταποκριση) με ενα συναδελφο που ειναι ιδιοφυης επιστημονας και πολυ ιδιαιτερος ανθρωπος, αλλα δεν θα μπορουσα να διανοηθω να κανω κρεββατι μαζι του. Εχω επισης ενα αγριο φλερταρισμα μονο με λογια με εναν αλλο (κουκλο) καθηγητη, που δεν θα διανοομουνα ποτε να ακουμπησω. Πριν μερικες μερες, ειχα στο ιατρειο εναν Ελληναρα, απο αυτους τους εναλλακτικους γκομενους με μια δοση αυτοκαταστροφης που τρελλαινει καποιες γυναικες, ενω εμενα με κανει να βγαινω απο τα ρουχα μου, με την πολυ κακη εννοια. Μου την επεσε με συνοπτικες διαδικασιες, κανοντας με εξαλλη, εκτος των αλλων και γιατι δεν ειχα καμια απολυτως διαθεση για παιχνιδι. Ουτε μαζι του, ουτε με κανεναν αλλο αυτην τη εποχη. Νομιζα. Γιατι αυτον εδω τον τυπα ...

Η σκηνη που ακολουθησε, ιδωμενη απο ενα εξωτερικο παρατηρητη δεν θα ειχε τπτ διαφορετικο απο μια συνηθισμενη ιατρικη δοσοληψια. Εκτος απο το οτι γιατρος και ασθενης ειχαν μια καπως πιο ζωηρη εκφραση , πιο λαμπερη ματια, λιγο πιο εντονες κινησεις απο το συνηθισμενο. Καποια στιγμη επιασα το προσωπο του με τα δυο μου χερια για το Head Thrust test. Καταλαβα οτι κρατησαμε και οι δυο την αναπνοη μας. Για μια στιγμη, ο χρονος σταματησε.

Στο τελος της κλινικης, του εδωσα ραντεβου σε 12 μηνες. Μου εσφιξε το χερι λιγο πιο παρατεταμενα για να με ευχαριστησει, εφυγε.

........................

- 95, 96,...97..98..99...100! Βγαινω!

Φτου, ξελευτερια!

Sunday, 10 April 2011

something very close to happiness...

Αργα το μεσημερι της Κυριακης, τα καταφερα σε ενα μεγαλο μερος να τελειωσω αυτο που καποιες μερες παλευα. Και που φοβομουνα οτι θα το'σερνα σα βαριδι στο ποδι μου στις διακοπες του πασχα (εχω αλλα για τοτε). Χαρα και ανακουφιση μεγαλη.

Εβγαλα ενα δυνατο "ουφ!" , και ορμηξα κατω απο το ντους, να φυγει η υπνηλια και η κουραση. Εβαλα το μπορντω ανοιξιατικο μου φορεμα, τις μπορντω μπαλλαρινες και το δακτυλιδακι με τις πολυχρωμες χαντρες, που μου φτιαχνει παντα τη διαθεση αμα το φοραω.


Βγηκα απο το σπιτι με μια φοβερη ταχυπαλμια - πιεσα τοσο τον εαυτο μου αυτες τις μερες, ειναι τοσο αδυσωπητα οργιαστικη αυτη η ανοιξη, που σα να μη μου εφτανε το οξυγονο. Ειχα μια αισθηση οτι τα χρωματα γυρω μου ητανε τοσο εντονα, σα να λιωνανε σταλαζοντας μεσα στο φως του ηλιου. Τα ματια μου μαγνητιζονταν απο μικρες λεπτομερειες που γραφονταν με ενταση neon lights στον αμφιβληστροειδη μου. Ο κυριος με το λαχανι παντελονι και μπλαιηζερ, το παντελονι του εχει διασπαρτα μικρα, διακριτικα, pink flamingoes. Η στρουμπουλη, καταλευκη αγγλιδουλα που ξεχειλιζει απο το στραπλες ντεκολτε της σα φρεσκοψημενο καιηκ βανιλια απο τη φορμα του καιηκ. Ο 20χρονος δανδης με τα κατακιτρινα σχεδον φλουο μαλλια και το πιο μεγαλοπρεπες κοκαλωμενο quiff που εχω δει σε ζωντανο ανθρωπο (ο Ελβις δε μετραει). Το μικρο κινεζακι με τη σοβαρη εκφραση, ουτε μισο μετρο ανθρωπος, που φορα ενα πλατυγυρο καπελλο με διαμετρο σχεδον οσο και το μποι του. Ο ασπρος σκυλος που εχει κρεμασει το μπροστινο του ποδι απο το ανοιχτο παραθυρο του φορτηγου, ακριβως οπως θα εκανε συνοδηγος στη θεση του. Δεντρα φορτωμενα με λουλουδια σε ολες τις αποχρωσεις του λευκου και του ροδι, ανθρωποι ολων των χρωματων και αποχρωσεων, χυμενοι στο γρασιδι, αραγμενοι στις οχθες του καναλιου, καθισμενοι στα τραπεζακια των μπαρ, στους δρομους, να ρουφανε ηλιο.

Φυσικα, ειχα τον ακαθιστο, καμια περιπτωση εγω να την αραξω. Ευτυχως για μενα, που δεν ειμαι τοσο των παρκων, και σημερα αισθανομουνα οτι η φυση περισσοτερο θα με αποσυντονιζε παρα θα με ηρεμουσε, το Islington High Street ειναι ιδανικη περιοχη για βολτιτσες. Νεανικη περιοχη, ειναι γεματη με περιεργα μαγαζακια με ρουχα, διακοσμητικα, δωρακια και αλλα συντζιλα μιντζιλα, απειρα εκκεντρικα πολυχρωμα καφε/ μπαρ/whateva με τραπεζακια στο πεζοδρομιο και ομορφο, κυριως νεαρο κοσμο, για να χαζεψεις.

Πρωτα πηγα και παρελαβα τα καινουρια μου γυαλια. Ο γλυκουλης Ινδακος που μου τα εφερε θυμηθηκε το ονομα μου χωρις να του το πω. Με εβαλε να τα φορεσω, μου χαμογελασε πως πολυ μου πανε. Ειχα να παρω καινουρια γυαλια γυρω στα δεκα χρονια. Ποτε μου δεν τα χωνεψα. Οταν τα πρωτοεβαλα στο γυμνασιο απεφευγα με οποιους τροπους να τα φοραω, απουσιολογος και με γυαλια, θα γινομουνα στα ματια των αλλων το αρχετυπο σπασικλακι. Στο πανεπιστημιο μεχρι να βαλω φακους ειχα τη -λανθασμενη - φημη της σνομπ, μια και μη βλεποντας, δεν χαιρεταγα κανενα. Ο οφθαλμιατρος μου, καλη του ωρα, με καθησυχαζε - τι αναγκη να βλεπεις εσυ, ασε να σε βλεπουνε οι αλλοι και να ευχαριστιουνται. Τωρα, αμα δε φοραω φακους, ειναι μια ευχαριστη αφορμη να χανομαι στις σκεψεις μου, απερισπαστη απο το περιβαλλον. Η μυωπια μου μου κανει ευχαριστες οπτικα εκπληξεις - μια ασπρη σακουλα που φουσκωνει ο αερας γινεται γατα που γλειφεται στον ηλιο, ενας σκουριασμενος σωληνας μου μοιαζει παπαγαλος, το λουρι μιας τσαντας πιεζει ενα πολυχρωμο μανικι και με κανει να ανοιγοκλεινω τα ματια να δω τι κανει αυτη η μεγαλη πεταλουδα πανω σε εναν ανθρωπινο ωμο. Αποφασισα ομως οτι, καποιες φορες, καλο θα ειναι να μπορω να ξεστραβωνομαι, χωρις να βαζωβγαζω τους φακους μου, και πηρα τα γυαλια. Συνειδητοποιω οτι μαλλον, ισως, ξεπερασα το παιδικο μου τραυμα. Στο τελος τελος, ναι, ειμαι μεγαλο σπασικλακι. Δεν προβλεπω βεβαια να τα πολυφοραω.

Περπατησα μετα κοντα δυο ωρες, πανω κατω στα στενα, μπαινοβγαινονατς στα μαγαζακια.

Το Ottolengi ειχε στη βιτρινα τις συνηθισμενες πολυχρωμες μαρεγκες, σα πηγμενα συνεφακια απο ζαχαρη. Μ'αρεσει παντα να τα χαζευω, αλλα ποτε να τα τρωω, παραειναι γλυκερα και διαλυονται πολυ γρηγορα χωρις καμια αντισταση στο στομα για τα γουστα μου.

Πηρα απο ενα αλλο μαγαζακι κατι κουτσικα lipgloss cupcakes, που βεβαια δεν τρωγονται. Ενα κουτακι για εμενα, ενα για μια φιλη (θα τα βρει εδω να την περιμενουν), που περασε μια φαση λατρειας για cupcakes, και που μου γρινιαζε αμα με εβλεπε να αφηνω το δικο μου αφαγωτο.....

Λιγο μετα, αγορασα και ενα nail varnish πορτοκαλοροδι, στο χρωμα του φρεσκου σολωμου, για τα νυχια των ποδιων μου. Θελω να μοιαζουνε κι αυτα με ζαχαρωτα ανοιξιατικα......

Αφησα για αλλη μερα ενα μικρο γλαστρακι με lilly of the valley, εκανε 3 μονο λιρες και το μετανοιωσα, αλλα δεν ηθελα να το κουβαλαω.

Γυρνωντας, μετρησα 3 πασχαλιτσες στο κιγκλιδωμα πανω απο το καναλι. Δεν εχω εντελως ηρεμησει ακομα, αλλα εχω μια αισθηση,something very close to happiness...

Friday, 8 April 2011

Γιου-χου-γρουμφ. (ειμαι ξε-ρωτευμενη!)

Ο ηλιος λαμπει χωρις ουτε ενα συνεφακι εδω και αρκετες ωρες (ο αγγλικος καιρος τελευταια ουτε αστατος δεν μπορει να ειναι με καποια συνεπεια, γρουμφ). Οι Αγγλοι που περπατουν στο δρομο και λιαζονται φοραν καλοκαιρινα και εχουν ηδη παρει την υπεροχη αστακι αποχρωση του καλοκαιριου. Τα πουλακια στο παρκακι εχουν ξελαρυγγωθει απο το αξημερωμα στο τιτιβισμα, σιγουρα καποιος τα ταισε καναβουρι. Μια βολτα στα βλογ αποδεικνυει οτι και εκει η Ανοιξη εχει επελασει ακαθεκτη - ερωτες, σεκσακια, ρομαντισμοι και ανεκπληρωτοι ποθοι, στεναζει η οθονη, τι πηρατε ολοι μαζι κι εμενα δε μου δωσατε. Με τοσους αναστεναγμους και ορμονες φοβαμαι μη κανει self destruct το ταλαιπωρημενο και γηραιο μου λαπτοπακι.

Αισθανομαι σαν το grinch που θελει να κλεψει την ανοιξη. Ειπαμε να ανοιξει ο καιρος, αλλα τοσο πια, παει πολυ, και οχι, δεν ειμαι καθολου ετοιμη.(παρενθεση, τωρα στο παρκακι απεναντι ενα καφε σκυλακι κυνηγαει ενα ασπρο, ετσι μου'ρχεται να παω να τα καταβρεξω και τα δυο).

Σα να μη με εφτανε η παντελης αδυναμια και αδιαφορια μου στο να συμετασχω στην ανοιξιατικα πυροδοτημενη ερωτικοτητα (sic) που με περιβαλλει, χθες ειχα τη μοναδικη εμπειρια να κλαιει πανω απο τις ανταυγειες μου η ισπανιδα μου κομμωτρια. Που την περιμενα να μου ανανεωσει το κεφαλι (κακο πραγμα η σκουρα ριζα με τοσο ηλιο) και να αερολογησουμε χαζογελωντας, ως συνηθως, τρωγοντας σουσι και ακουγοντας μουσικη. Πλην ομως, η Maiti τον ειχε φαει τον ντουβρουτζα νωρις το πρωι , οταν την πηρε η πρωην του φιλου της, με τον οποιο μετα το Πασχα θα μετακομιζαν μαζι, για να της πει οτι κοιμαται παλι μαζι του και περιμενει το παιδι του. Καθημερινες, ανοιξιατικες ιστοριες, με μια δοση ισπανικοκολομβιανου ταμπεραμεντου (αυτη Ισπανη, αυτος Κολομβιανος, το story προεκυψε βραζιλιανικη σαπουνοπερα). Ημουνα το πρωτο ατομο στο οποιο αποφασισε να το πει. Μοναδικη εμπειρια, να σου βαφουν τα μαλια κλαιγοντας, ενω εσυ να το παιζεις καλος ανθρωπας δειχνοντας συμπαρασταση και δινοντας ανουσιες συμβουλες (δωσε του μια ευκαιρεια να σου εξηγησει, τι λεω ωρες ωρες το ατομο), κανοντα ταματα απο μεσα σου, θε μου, κανε να μη βγει το μαλλι μου σε αποχρωσεις καροτι. Τελικα η Maiti ηρεμησε, τα σουσι μεινανε αφαγωτα, το μαλλι μου εχει χρωμα οπως Jennifer A (ενας ευσχημος τροπος να πω οτι εχω περισσοτερα χρωματα στο κεφαλι απο τις αρχικες προθεσεις μου, αλλα, τριχες..). (Πολλοστη παρενθεση, τα σκυλακια αυτη τη στιγμη κουτουπωνονται, και βλεπω κι ενα ζευγαρακι παραδιπλα που τοχει παραζαχαρωσει το θεμα, αν παμε ετσι θα πρεπει να καλεσω την πυροσβεστικη).

Διαμαρτυρομαι. Και ανησυχω εντονως. Για το αν η παγερη μου αδιαφορια για τον περιρρεοντα ερωτικο παροξυσμο σημαινει πως εχω παραγινει ξινοκυνικη, ξενερωτη γρια, η ενας συνδυασμος απο τα προαναφερθεντα. Θελω μια μπορα, μια καταιγιδα, εστω μερικες γερες ψιχαλες και μολικα συνεφα κατεπειγοντως.

Παρτε αυτη την Ανοιξη απο μπροστα μου, ηρθε χωρις να με ρωτησει!

Wednesday, 6 April 2011

Νταμα κουπα καρω

Kαιρος ευμεταβλητος, με εναλλασσομενα υψηλα και χαμηλα βαρομετρικα και ασταθη ηλιοφανεια και θερμοκρασια.

Δε με ξαφνιασε τοσο το χθεσινο του τηλεφωνημα, οσο το ο,τι παρα τη φαινομενικη μου ευκολια να κλεινω και να τακτοποιω υποθεσεις, το απο μεσα μου δεν ακολουθει την αποφαση της λογικης και δημιουργει - ασκοπες - αναστατωσεις. Οποτε εδωσε παρασταση η τριαδικη μου υποσταση, αναλαφρη και παιχνιδιαρικη επιφαση, αυστηρη μαθηματικη λογικη και παραπονιαρικο παιδικο συνασθημα που αναζητα τα παρελθοντα ξεθωριασμενα παραμυθια, κι ας ειναι σαν μπαλλονια που αποτομα ξεφουσκωσαν και σερνονται στο πατωμα. Καλα ξεμπερδεματα, γιατι ο μπερδεμενος μπερδευει.

Χρειαζομαι επειγοντως διακοπες απο τις σκεψεις μου. Δεν ειμαι σιγουρη πως θα κατεβασω τους διακοπτες. Λοβοτομη ισως?

Μεσα σ'ολα, περασε χθες ο Δ να με χαιρετισει - μου εφερε δωρο, να με ευχαριστησει για τη βοηθεια μου χρονια πριν οταν ειχε πρωτοερθει στην Αγγλια, ενα χελωνακι. Το εβαλα διπλα στις αλλες ψηφιδες, στο ασημενιο δισκακι που κρατα καποιες στιγμες απο τη ζωη μου. Συμπληρωστε τις τελιτσες για να εμφανιστει η εικονα/ιστορια.

Του εβγαλα τσαι με κονιακ, αμυγδαλα και μπισκοτα, στον καναπε με το ασημενιο καραβακι-μαξιλαρι. Ηδη αρμενιζε με τον αγερα της επιστροφης. Ακουσε για λιγο προσεκτικα τα μπερδεματα μου, οχι αμετοχος, αλλα σφικτα κλεισμενος στην ατομικοτητα του. Kαθησε πολυ. Αρχισα να δυσανασχετω γιατι ημουνα κουρασμενη. Γυριζει πισω με την ορεξη του νεοφωτιστου, θα τα παει σιγουρα καλα, ειναι πωρωμενος με τη δουλεια του, και καλος επιχειρηματιας. Οταν ειχε πρωτοερθει εδω ειχε κατι ακομα που με τα χρονια στεγνωσε - την ιδια εντυπωση σιγουρα του δινω και εγω που δεν ειμαι πια τοσο ανεκτικη μαζι του. Παντα προσδοκα κατι απο εμενα που του αρνουμαι.

Εψαχνα σημερα το συμβολισμο της χελωνας - μου το εφερε για τυχη. Κραταω αυτα που με βολευουν. Συμβολο της Αφροδιτης, ανθεκτικοτητα στο χρονο και στο γηρας, ενωση γης και ουρανου και εναλλαγη των δυο.

Πριν δυο μερες, αγορασα ενα φορεμα, το λεω η Νταμα Κουπα Καρω.

Για ποιον?

Για εμενα.

Sunday, 3 April 2011

Η εκφραση της μνημης

Μπορει να υπαρξει ζωη χωρις μνημη?

Ξυπνωντας, μου εμεινε αυτη η φραση απο τα πρωινα ονειρα μου. Παρα το οτι γνωριζω καλα την ιατρικα απολυτη, αξιωματικη απαντηση - οχι. Ειμαστε η μνημη των κυτταρων μας, ειτε κληρονομημενη ειτε αποκτημενη. Ειμαστε η εκφραση της μνημης των κυτταρων μας. Το ονειρο ωστοσω ειχε ετσι εντονοτερη αγωνια -γιατι δεν μπορουσα να θυμηθω. Μου ελεγε η μητερα μου στο ονειρο, πως σε μια γωνια δυο δρομων της Θεσσαλονικης, ειχες καθησει σε ενα απο τα πρωτα ραντεβου σου σε ενα εστιατοριο, στο διπλανο ειχαν καθησει με καποια αγωνια οι γονεις μου να με περιμενουν, να παω στο μερος εκει εξευμενιστικα, αναθηματικα, εν ειδει σπονδης στο μελλον, ανοιξιατικα λουλουδια. Οσο κι αν προσπαθουσα,δεν μπορουσα να θυμηθω ουτε το μερος ουτε τον ανθρωπο πυ με ειχε παει, σκεφτομουνα να ρωτησω τη μητερα μου να μου τον περιγραψει, μηπως πιαστω απο καποιο χαρακτηριστικο του και κατι θυμηθω. Σκεφτομουνα στο ονειρο με αγωνια, οτι η πολη των παιδικων μου χρονων , καθε φορα που την επισκεπτομαι γινεται ολο και λιγοτερο αναγνωρισιμη, γινονται ολο και λιγοτερα τα σημεια που μπορω να κρεμασω απο εκει τις αναμνησεις μου, ισως γι'αυτο κι εκεινες ξεθωριαζουν και νοιωθω να τις χανω.

Μπορει αραγε να υπαρξει ζωη χωρις μνημη? Οσο διαλυονται μεσα στο χρονο οι αναμνησεις μου, αισθανομαι με αγωνια πως ξετυλιγεται η υπαρξη μου, σαν πλεκτο που ξυλωνεται αδυσωπητα απο μια κλωστη τραβηγμενη. Ακομα πιο περιεργη και αγωνιωδης η αισθηση αυτη, γιατι φευγοντας απο τη Θεσσαλονικη αισθανομουνα οτι ητανε τοσο πηκτη η ατμοσφαιρα γυρω μου απ'οσα στα πρωτα χρονια της ζωης μου ειχα ζησει, που αισθανομουνα επιτακτικη την αναγκη να παω καπου αλλου. Στο ονειρο μεσα σκεφτομουνα οτι ηρθα στην Αθηνα για να νοιωσω πως ειναι να ξεκιναει κανεις απο την αρχη, "με λευκη την παλετα". Οχι καμβα, παλετα - ουτε τα χρωματα δεν ηταν ακομα επιλεγμενα. Τα τελευταια χρονια που πηγαινοερχομαι Λονδινο Αθηνα, χρωματιστηκε εντονα πια για μενα κι αυτη η πολη με στιγμες απο τη ζωη μου. Περπαταω οταν ερχομαι εκει σε δρομους που εχω επενδυσει με γελια, κλαματα, ερωτες, φωνες και γελια, με ζωη. Ετσι ακριβως οικειοποιεισαι εναν τοπο. Συμβιβαζεσαι με την αναποτρεπτη αποδοχη, οτι ο τοπος ειναι και θα ειναι ακομα και οταν εσυ δεν εισαι.

Μπορει να υπαρξει αραγε ζωη χωρις μνημη, και γιατι εγω τοσο αδυσωπητα ξεχναω τους τοπους απο οπου φευγω? 3 μηνων- Νεα Υορκη, 1 χρονων - Σουφλι, 3 χρονων- Χιος, 22 χρονων - Θεσσαλονικη, 24 χρονων - Σαντορινη. Δεν θυμαμαι απολυτως τιποτα απο τη ζωη μου μεχρι τη Θεσσαλονικη, η εποχη της Θεσσαλονικης εχει κι αυτη τωρα επικινδυνα ξεθωριασει.

Χθες βραδυ, στο Savoy. Εχει πετυχει η ανακαινιση,με το που μπαινεις μρεσα σε ρουφα μια απενοχοποιημενη χλιδη μεσοπολεμου. Κοσμος πολυς, που εχει παει να κανει ενα φευγαλεο περασμα απο το χωρο. Εξω απο το American Bar μια τεραστια ουρα, μια κοπελλα βγαζει τα χοντρα αθλητικα της παπουτσια και τα αντικαθιστα με κομψα μαυρα τακουνια. Μπαινοντας στο Savoy grill μια μεγαλη παραταιρη παρεα περιμενει υπομονετικα για το τραπεζι του. Κοσμος αναφομοιωτος απο το περιβαλλον, ντυμενοι ολοι τα καλα τους - δεν το'χει ο Εγγλεζος αμα προσπαθει επιτουτου να ντυθει αναλογα με το υψος των περιστασεων, και θυσιαζει τον εκκεντρισμο που τον διασωζει απο την αχρωμια. Οσο τρωγαμε, γυρω μας αναβανε φλας απο φωτογραφιες. Σηκωνοντας καποια στιγμη το κεφαλι απο το φαγητο και τις κουβεντες της παρεας - σχεδια καλοκαιρινα για ηλιολουστες αποδρασεις - ειχα την αισθηση πως σα να ειμασταν καθισμενοι πολλοι ανθρωποι μαζι σε μια σταση λεωφορειου, πως περιμεναμε ολοι τα λεωφορεια μας για τον προορισμο μας. Ο χωρος εδω ηταν για εμας μια ουδετερη, αδιαφορη σταση. Παραξενη αισθηση. Αυτος ο χωρος ειναι τοσο φορτωμενος απο αλλες μνημες αλλων χρονων, που σα να μη χωραει να κρεμασεις πανω καινουριες απο τις δικες σου.

(Ιφι, ειχες δικιο. Το εψαξα εκεινο το ονειρο με τα συμπαντα και τις κοσμογονιες στον 11. Το ονειρο στο πρωτο του μισο το θυμομουνα πολυ καθαρα, αλλα ητανε της Α μπα. Για καποιους λογους, το καταχωρησα στη δικη σου μυθολογια, και δενει πολυ καλα με την εικονα που για σενα εχω φτιαξει. Με αγχωσε αρκετα χθες αυτη η λανθασμενη μνημη μου, εξ ου και αυτο το πρωινο μου ονειρο. Σημερα παλι, σκεφτηκα οτι ακομα και μεσα απο λαθος μνημες, βγαινει πιο πραγματικη η αισθηση ενος ανθρωπου, οπως και η αισθηση μιας πορειας ζωης και ιστοριας - της δικης μου. Ηθελα απλα να σου πω, ευχαριστω πολυ που πυροδοτεις τοσο ομορφα σκεψεις μου και ονειρα μου.

Σε πολλους απο εσας που μου γραφετε η οχι και που σας διαβαζω, ηθελα να πω ενα μεγαλο ευχαριστω. Διαβαζοντας σας, ακομα και οταν δεν σας ξερω, ειναι σαν να αφομοιωνω κομματακια σας και να τα κανω δικα μου. Με συγκινει βαθεια αυτη η ιδεα, οτι ολοι εσεις, οι πιο πολλοι με τη συμβατικη εννοια σε εμενα αγνωστοι, γραφετε πανω στα κυτταρα μου με τα λογια, τις σκεψεις και τις πραξεις σας που περιγραφετε, και χρωματιζετε τοσο ομορφα τη ζωη μου. Και να μπορουσε να υπαρξει ζωη χωρις μνημη, κληρονομημενη η αποκτημενη, σιγουρα δεν θα αξιζε. Μ'αρεσουνε οι μνημες που εχω γινει μεσα και απο ολους εσας. Ευχαριστω σας. Καλη εβδομαδα. )