Πάντα η αίσθηση οτι ρίχνεις ένα μπουκάλι με ένα μήνυμα στο πέλαγος. Και η αβεβαιότητα εάν κάποιος -όποιος- γίνει η οχι παραλήπτης. Κι η γνωστή αγωνία. Να δείξεις την αλήθεια σου. Ακόμα κι οταν καλά -πλέον- γνωρίζεις, πως ο ρόλος που σου μοίρασαν ειναι αυτός ενός καθρέφτη. Που αντικατοπτρίζει επάνω στο είδωλο το κατά τόπους ασχημάτιστο, το ευκταίο.
Άραγε, υπάρχεις;
Εάν υπάρχεις, θα με βρεις;
Εάν με βρεις, θα με γνωρίσεις;
Θα καταφέρεις να με αναγνωρίσεις;
Η πάλι, γι ακόμα μια φορά, θα πατήσω το πόδι δυνατά στο πάτωμα, κ θυμωμένα θα πω: δεν είστε παρά μια στίβα από τραπουλόχαρτα;
(Να θυμάσαι πως καποιες λέξεις, άμα δε γίνουν πράξεις, είναι σαν τους αποξηραμενους μεταξοσκώληκες, που ούτε γίναν πεταλούδες, ούτε που φτιάξαν το μετάξι τους.)