Saturday, 28 February 2015

Don't forget to smile


Εξακολουθώ να φοβάμαι πως κάποια μέρα απλά θα ξεχάσω τα πάντα. Θα ξυπνήσω το πρωί, θα κυττάξω γύρω, κ δε θα αναγνωρίσω τίποτα. Ακόμα κ η μυρωδιά του χώρου θα μου ειναι ξένη. Θα μυρισω το δέρμα μου, κ θα προσπαθήσω - μάταια- να θυμηθώ τι ακριβώς ειμαι. Η εικόνα στον καθρέφτη θα με ξαφνιάσει, θα προσπαθήσω να αναγνωρίσω τι κρύβεται πίσω από τα ξένα μάτια. Η αίσθηση του κορμιού μου οταν κινούμαι θα με μπερδέψει. Μπορώ ίσως να πετάξω? Τέλεια. Μια καινουρια αρχή. Αναρωτιέμαι αν χρειαζόμαστε τους άλλους για μάρτυρες όσων έγιναν. Αν γίνει κάτι π εγώ ξεχάσω κ κανείς άλλος δεν είδε η άκουσε, έχει όντως γίνει; Ο Κ κάπως πιο στρογγυλός, αλλα το ίδιο πάντα ζωηρο βλέμμα, η ενταση στις κινηςεις. Μ αφησε να φάω κ το δικό του γλυκό πορτοκάλι. Δεν καπνίζει πια εδώ κ καιρό - χάρηκα. Με ρωτηςε αν ακόμα ανέχομαι κάποιες λέξεις - μάλλον μ έχει ξεςυνηθιςει, τοςα χρονια π έχουμε να βρεθούμε, εκτός κι αν αρχιςε να σέβεται τη διαφορά της ηλικίας μας, η εμένα την ίδια. Του είπα ναι, κ με φιλοδωρησε άλλες δυο λεξεις - ψ*λαρουν κ ψ*λοβαραν- μ επιασαν τα γελια, τις δοκιμσα μεσα στο στόμα μου πρόβαροντας τον ήχο τους καμποσες φορές. Ενα από αυτά π αγαπώ στον Κ- τις σέβεται, τις αγαπά, τις προσέχει τις λέξεις. Απέναντι μας χαμογέλαγε ένας τοίχος. Ο Ν, 7 μήνες μετά. "Εχω φάει μπλόκο?". Να βρει μόνος του πως να ξεμπλοκάρει. Δεν ειμαι η Αριάδνη, κι ούτε πιστεύω στους Μινωταυρους. Ο Μ. Τόσα πια χρονια. Φίλοι κυρίως, κι εραστές. Περιστασιακά τουλάχιστον, κ για το ένα, κ για το άλλο. Αλλα με πιάνει η αγωνία, αν εχω χάσει πια την επιθυμία κάθε τόσο να ξεβολεύομαι. παραείναι οικείο αυτο το σχήμα, προδιαγεγραμμένη η μη εξέλιξη. Το μόνο π εξακολουθεί να με ξαφνιάζει, η αδυναμία να αναγνωρίσω τα συναισθήματα μου οταν τα βιώνω: πάντα μετά, οταν αρθούν, έρχεται τότε η συναίσθηση. Ποσό με βολεύει -παρ οτι το αρνούμαι - να ξεγελάω τον εαυτό μου; Το σπίτι της Δ στη Σαρωνίδα, κρεμασμένο ψηλά στο λόφο, απέναντι ένα κομμάτι θάλασσα. Η Δ καλύτερα απο πολύ καιρό, απλώθηκε εκεί μέσα, με την οικογένεια. Ο σκύλος δεμένος πίσω, ψιλό έκλαιγε ολόκληρο το απόγευμα- το άλλο ζευγάρι επισκέπτες είχαν φέρει έναν ανταγωνιστή, π κλειδωσαμε μαζί μας στο σπίτι, τα χνώτα τους δεν ταίριαξαν. Οι πέντε ενοχλημένες γάτες κάνανε πιςτες παρέα στο σκύλο του σπιτιού. Οταν βγήκα μεςα στη βροχή να τις χαϊδέψω, η πιο μεγάλη μ γυριςε την πλάτη κι εςτρεψε το κεφάλι της στον τοίχο. Σιωπηλή διαμαρτυρία κατα των ειςβολεων. δεν την άγγιξα, σεβαςτηκα τη διαθεςη της. Το βράδυ, γυρνώντας μονη μου στο τραινο, αμήχανη αίσθηση, κ η βροχη να πέφτει. Περαςτικη ειμαι, δεν ανήκω κάπου. Δεν καλοκοιιμήθηκα το βραδυ. Α, κι ένα Σάββατο με ενα αςπρο αςημενιο φόρεμα, μια αςημι περούκα, κι ενα στέμμα κρυςταλλινο. Με ρωτηςαν αν χαρίζω ευχές -απαντηςα ναι, επιλεγμένα. Έκατσα σε μια γωνια, να θυμηθώ άλλη φορά ποτέ μέσα στη νύχτα τα άσπρα δε σε κάνουνε αόρατη. Miss Havisham dressed as the Snow Queen, αλλα κανείς δε θυμοτανε ποια ειναι η Miss Havisham, μόνο για νεράιδες κ πριγκίπισσες με ρωταγαν. Έφυγα νωρίς, με ανακούφιση. Δεν ανήκω κάπου, σίγουρα δεν σας ανήκω. Ποια όμως ειμαι κ που θέλω να ειμαι?