Monday, 12 October 2015

Alice doesn't live here anymore


Πάντα η αίσθηση οτι ρίχνεις ένα μπουκάλι με ένα μήνυμα στο πέλαγος. Και η αβεβαιότητα εάν κάποιος -όποιος- γίνει η οχι παραλήπτης. Κι η γνωστή αγωνία. Να δείξεις την αλήθεια σου. Ακόμα κι οταν καλά -πλέον- γνωρίζεις, πως ο ρόλος που σου μοίρασαν ειναι αυτός ενός καθρέφτη. Που αντικατοπτρίζει επάνω στο είδωλο το κατά τόπους ασχημάτιστο, το ευκταίο. Άραγε, υπάρχεις; Εάν υπάρχεις, θα με βρεις; Εάν με βρεις, θα με γνωρίσεις; Θα καταφέρεις να με αναγνωρίσεις; Η πάλι, γι ακόμα μια φορά, θα πατήσω το πόδι δυνατά στο πάτωμα, κ θυμωμένα θα πω: δεν είστε παρά μια στίβα από τραπουλόχαρτα; (Να θυμάσαι πως καποιες λέξεις, άμα δε γίνουν πράξεις, είναι σαν τους αποξηραμενους μεταξοσκώληκες, που ούτε γίναν πεταλούδες, ούτε που φτιάξαν το μετάξι τους.)

Saturday, 28 February 2015

Don't forget to smile


Εξακολουθώ να φοβάμαι πως κάποια μέρα απλά θα ξεχάσω τα πάντα. Θα ξυπνήσω το πρωί, θα κυττάξω γύρω, κ δε θα αναγνωρίσω τίποτα. Ακόμα κ η μυρωδιά του χώρου θα μου ειναι ξένη. Θα μυρισω το δέρμα μου, κ θα προσπαθήσω - μάταια- να θυμηθώ τι ακριβώς ειμαι. Η εικόνα στον καθρέφτη θα με ξαφνιάσει, θα προσπαθήσω να αναγνωρίσω τι κρύβεται πίσω από τα ξένα μάτια. Η αίσθηση του κορμιού μου οταν κινούμαι θα με μπερδέψει. Μπορώ ίσως να πετάξω? Τέλεια. Μια καινουρια αρχή. Αναρωτιέμαι αν χρειαζόμαστε τους άλλους για μάρτυρες όσων έγιναν. Αν γίνει κάτι π εγώ ξεχάσω κ κανείς άλλος δεν είδε η άκουσε, έχει όντως γίνει; Ο Κ κάπως πιο στρογγυλός, αλλα το ίδιο πάντα ζωηρο βλέμμα, η ενταση στις κινηςεις. Μ αφησε να φάω κ το δικό του γλυκό πορτοκάλι. Δεν καπνίζει πια εδώ κ καιρό - χάρηκα. Με ρωτηςε αν ακόμα ανέχομαι κάποιες λέξεις - μάλλον μ έχει ξεςυνηθιςει, τοςα χρονια π έχουμε να βρεθούμε, εκτός κι αν αρχιςε να σέβεται τη διαφορά της ηλικίας μας, η εμένα την ίδια. Του είπα ναι, κ με φιλοδωρησε άλλες δυο λεξεις - ψ*λαρουν κ ψ*λοβαραν- μ επιασαν τα γελια, τις δοκιμσα μεσα στο στόμα μου πρόβαροντας τον ήχο τους καμποσες φορές. Ενα από αυτά π αγαπώ στον Κ- τις σέβεται, τις αγαπά, τις προσέχει τις λέξεις. Απέναντι μας χαμογέλαγε ένας τοίχος. Ο Ν, 7 μήνες μετά. "Εχω φάει μπλόκο?". Να βρει μόνος του πως να ξεμπλοκάρει. Δεν ειμαι η Αριάδνη, κι ούτε πιστεύω στους Μινωταυρους. Ο Μ. Τόσα πια χρονια. Φίλοι κυρίως, κι εραστές. Περιστασιακά τουλάχιστον, κ για το ένα, κ για το άλλο. Αλλα με πιάνει η αγωνία, αν εχω χάσει πια την επιθυμία κάθε τόσο να ξεβολεύομαι. παραείναι οικείο αυτο το σχήμα, προδιαγεγραμμένη η μη εξέλιξη. Το μόνο π εξακολουθεί να με ξαφνιάζει, η αδυναμία να αναγνωρίσω τα συναισθήματα μου οταν τα βιώνω: πάντα μετά, οταν αρθούν, έρχεται τότε η συναίσθηση. Ποσό με βολεύει -παρ οτι το αρνούμαι - να ξεγελάω τον εαυτό μου; Το σπίτι της Δ στη Σαρωνίδα, κρεμασμένο ψηλά στο λόφο, απέναντι ένα κομμάτι θάλασσα. Η Δ καλύτερα απο πολύ καιρό, απλώθηκε εκεί μέσα, με την οικογένεια. Ο σκύλος δεμένος πίσω, ψιλό έκλαιγε ολόκληρο το απόγευμα- το άλλο ζευγάρι επισκέπτες είχαν φέρει έναν ανταγωνιστή, π κλειδωσαμε μαζί μας στο σπίτι, τα χνώτα τους δεν ταίριαξαν. Οι πέντε ενοχλημένες γάτες κάνανε πιςτες παρέα στο σκύλο του σπιτιού. Οταν βγήκα μεςα στη βροχή να τις χαϊδέψω, η πιο μεγάλη μ γυριςε την πλάτη κι εςτρεψε το κεφάλι της στον τοίχο. Σιωπηλή διαμαρτυρία κατα των ειςβολεων. δεν την άγγιξα, σεβαςτηκα τη διαθεςη της. Το βράδυ, γυρνώντας μονη μου στο τραινο, αμήχανη αίσθηση, κ η βροχη να πέφτει. Περαςτικη ειμαι, δεν ανήκω κάπου. Δεν καλοκοιιμήθηκα το βραδυ. Α, κι ένα Σάββατο με ενα αςπρο αςημενιο φόρεμα, μια αςημι περούκα, κι ενα στέμμα κρυςταλλινο. Με ρωτηςαν αν χαρίζω ευχές -απαντηςα ναι, επιλεγμένα. Έκατσα σε μια γωνια, να θυμηθώ άλλη φορά ποτέ μέσα στη νύχτα τα άσπρα δε σε κάνουνε αόρατη. Miss Havisham dressed as the Snow Queen, αλλα κανείς δε θυμοτανε ποια ειναι η Miss Havisham, μόνο για νεράιδες κ πριγκίπισσες με ρωταγαν. Έφυγα νωρίς, με ανακούφιση. Δεν ανήκω κάπου, σίγουρα δεν σας ανήκω. Ποια όμως ειμαι κ που θέλω να ειμαι?

Thursday, 9 October 2014

Testing, testing...Anybody there?


Αμηχανία, όπως όταν βλέπεις κάποιον σχεδόν φίλο μετά από καιρό, θυμάσαι ότι περνούσατε κάποτε μαζί καλά, υπάρχει η απογευση εκείνης της αίσθησης αλλά όχι ακριβώς, κ προσπαθείς να θυμηθείς, κ να ζυγισεις πόσο αλλάξετε. Μόνο π ο φίλος εν προκειμενω είσαι εσύ η ίδια, ενώπιος ενωπίω, κάπως έτσι. Κ πόσο δηλαδή μπορείς να ισχυριστείς πως άλλαξες, όταν πάλι κανείς διαδρομές π εγραφες πριν δέκα χρόνια. Οι κύκλοι οι επαναλαμβανομενοι. Κ εξακολουθεις να περιμένεις πως κάποια στιγμή θα σπάσει ο άξονας περιστροφης και θα εκτοξευθεις στο άπειρο, σε άγνωστη κατεύθυνση. Το ελπίζεις, όσο κ το φοβάσαι, αλλά η εναλλακτική ειναι να συνεχίσεις σαν το χαμστερακι στον τροχό του, κι αυτό το φοβάσαι μάλλον περισσότερο. Τι άλλο? να μη μιλήσω, ούτε για σώματα ιδρωμενα σε ένα ξαφνικά τροπικο ινδιάνικο καλοκαίρι, ούτε για το πυρωμενο αποκαλοκαιρο σε μια ξεπνοη πόλη π περίμενε να επιστρέψουν όσοι για λίγο απέδρασαν. Να μη μιλήσω για τις απανωτές στάλες ιδρώτα που ανακατευτηκαν μαζί πάνω σε βρεγμένα σεντόνια πίσω από τις κλειστές κουρτίνες. Μαζί με μια ρακη που εξατμίστηκε στη ζέστη μέσα από τους ανοιγμενους πόρους κ τις ακόμα πιο ανοικτές οπές, ξεφεύγοντας από τα απασχολημένα στόματα. Αμηχανία, αλλά ούτε που σε (με) νοιάζει. Δράστης μαζί και θεατής. Κ περιμένεις με ανυπομονησία να ηχήσει το καμπανάκι της επόμενης πράξης. Καληνύχτα.

Wednesday, 6 June 2012

Monday, 4 June 2012

η χαμενη, τα χαμενα.

Την πρωτη μερα την περναω με ενα πολυωρο πρωινο-κουβεντα με τη μαμα και το μπαμπα, εναν πολυωρο καφε με τη θεια, και υπνους πολυωρους. τον τελευταιο καιρο, οταν ερχομαι, η πιεση ειναι ολοενα κι πιο αυξημενη. κουραση απο τη δουλεια (οσο πιο πολυ το αγχος τοσο πιο πολυ δουλευω, σταθερο το καταφυγιο). αλλα πιο πολυ απο την κουραση, ο φοβος για το τι αλλο παλι εκει θα αντικρυσω. τη δευτερη μερα, οχυρωμενη και αναθαρυμμενη, ξεμυτιζω πιο σιγουρεμενα απο το σπιτι. ο καλοκαιρινος πια ηλιος που με ζεσταινει και ο αττικος ουρανος (αυτο το μοναδικο στον κοσμο ουρανι γαλαζιο)διαψευδουνε ολους τους φοβους. αρκει βεβαια να κραταω τα ματια σου πολυ πιο ψηλα απο το παραπετασμα του δρομου οπου περπατω, πιο εξω απο τις βιτρινες των ολοενα κια πιο αδειων , εγκαταλελειμμενων μαγαζιων που προσπερναω. αρκει να αποφευγω να αντικρυζω τα σφιγμενα, τρομαγμενα βλεμματα των περαστικων. Στο Rosebud, ο καστανος πιτσιρικας θαναι περιου 2 1/2 χρονων. εχει αφησει στο τραπεζι το μπαμπα του στην ησυχια του, να μιλα ανενοχλητος με το φιλο του, και αυτος παιζει μονος του κοβοντας γυρους σε τροχια συγκεκριμενη, με κεντρο το τραπεζι. με την κορη του ματιου μου τον παρακολουθω για πολλη ωρα, κι αναρωτιεμαι ποτε θα φωναξει, για να τραβηξει την προσοχη, η αν θα βαρεθει. αυτος ομως ειναι για ωρα πολλη, πολυ ευχαριστημενος μονος με τους γυρους του. καποιες φορες σηκωνει τα ματια του να κυτταξει τα τρια διακοσμητικα παραθυρα που εχει το ταβανι, καποιες αλλες φορες κοντοστεκεται διπλα σε εναν θαμωνα που διαβαζει την εφημεριδα του στη μπαρα και τον παρατηρει, αλλα δεν τον ενοχλει. μετα απο κανενα μιασωρο ο μπαμπας του σηκωνεται, χαιρετα, και τον παιρνει προς την εισοδο να φυγουν. ο μπομπιρας σηκωνει τα ματια στο ταβανι, και κυττωντας καθε παραθυρο ξεχωριστα λεει δυνατα, γελαστα, πολυ ευγενικα - "γεια σας, γεια σας, γεια σας". (γελαω μονη μου μετα, ωρα πολυ. τρυφερο το γελιο. την αναγνωριζω αυτη την αναγκη να χαιρετας εμψυχα γα σενα μερη η πραγματα που για καποιο λογο, για καποιο χρονο επιλεγεις να σε συντροφευουν). κατεβαινω το δρομο της Σονιας προς την Αλεξανδρας. ειναι για μενα σπιτι μου αυτη η γειτονιτσα, οπου μεγαλωσαν η μητερα μου και η θεια μου, οπου ερχομουνα στα παιδικα μου χρονια επισκεψη απο τη Θεσσαλονικη, οπου γυρναω τοσα χρονια πισω επισκεψη, οσα χρονια λειπω. ξερω τον φωτογραφο - ολη η οικογενεια εχει σε υψηλη εκτιμηση την ικανοτητα του για ρεαλιστικες, κολακευρτικες φωτογραφιες, τον ινδο ραφτη που εχει επιδιορθωσει τσαντες, παντοφλες κι οτι αλλο ραβεται. ειναι γνωστες φυσιογνωμιες οι ρομα που απλωνουνε στην απεναντι ταρατσα τα χαλια που εμπορευονται. ξερω την οικογενειακη κατασταση της κομμωτριας που με χτενιζει, στο καφενειο που προσπερνω καθονται αγνωστοι μου, γνωστοι ομως του πατερα μου. την επομενη μερα, η κομμωτρια μου θα μου πει πως βουηξε χτες το βραδυ η γειτονια. 9.30 το βραδυ, μια ψηλη, λεπτοκαμωμενη κοπελλα με μακρυ κοκκινο φορεμα, της αρπαξανε την τσαντα απο το χερι διπλα στα γεματα τραπεζακια εξω του καφενειου. ενα μηχανακι με δυο αναβατες. ητανε σκουρο φουξια κι οχι κοκκινο το φορεμα, της λεω. η τσαντα ητανε απο σπαγγο. πλεγμενη στο χερι με το βελονακι απο τη γιαγια, που δεν ειναι πια εδω για να μου την ξαναφτιαξει. η αισθηση αποριας, εκπληξης οταν αισθανθηκα να μου παιρνουνε την τσαντα απο το χερι, ηταν τοσο απροσδοκητη, αδοκητη, το χερι μου δεν εκανε καμια αντανακλαστικη κινηση για να τη συγκρατησει. ενα δρομο πιο κατω απο το σπιτι των δικων μου. στην περιοχη που συνοψιζει και φυλα τις αναμνησεις και τα ονειρα των παιδικων μου χρονων. το ιδιο βραδυ εκανα μηνυση κατα αγνωστων. δυο κινητα με ολες τις επαφες μου και τις ημερομηνιες γενεθλιων φιλων. 70 ευρω, κλειδια, ταυτοτητα, μια καρτα που ακυρωσα. η τσαντουλα που επλεξε η γιαγια μου, ελεγα και ξαναελεγα στην αστυνομικινα. αισθανομαι τυψεις για το οτι σε καιρο κρισης, εχω την σχετικη πολυτελεια να μην πολυκλαιω τα υλικα αγαθα (ηταν ασφαλισμενα). ειναι ομως οι κλεμμενες αναμνησεις, η χαμενη αθωοτητα της αποδεδειγμενα πια ψευτικης αισθησης οτι υπαρχει εδω ενα καταφυγιο για μενα, που με βασανιζει. την χαμενη πατριδα των παιδικων μου χρονων και των ονειρων μου, δεν την ειχε ασφαλισμενη κανενας για μενα (κι ουτε για κανεναν). μετα πηγα στο magaze, πλαστεια αγιας ειρηνης. με ψαξανε στο σπιτι οι φιλοι που με περιμενανε και ειδαν να αργω. ελα μαξι μας, μη μεινεις αποψε μονη σου να κοιμηθεις με την ταραχη...ειναι πολυ τρυφερο μαγαζι αυτο το magaze, ελεγε η βανα στο τριτο μας ποτο. συμφωνησα μαζι της. ο φιλος της γελασε τρυφερα και τη χαιδεψε στο μαγουλο, ειναι τρυφερη η παρεα των φιλως σου της ειπε. συμφωνησαμε ολοι μας μαζι του. κατα τις 1.30 η ωρα που γυρισα, την πορτα την ανοιξαν - παν και τα κλειδια - μαζι ο μπαμπας και η μαμα. φευγοντας χτες το πρωι, μου επεσε η καρτα επιβιβασης στο αεροδρομιο. μου τη βρηκε καποιος. στον ελεγχο διαβατηριων με πηρανε τα δακρυα. σε μιση ωρα με το που γυρισα, ειχα βεβαια κανονισει την αντικατασταση του κινητου. δεν πα ναναι τρεις μερες εδω αργια, θα μου το στειλουνε με κουριερ στο σπιτι. αγορασα και κατι πορτοκαλοκιτρινα τριανταφυλλα με τα ψωνια της εβδομαδας. κουβαλουσα τις σακουλες στο ησυχο, μουντο ψιλοβροχο και σκεφτομουνα ποσο πιο φτηνο ειναι το λονδινο απο την αθηνα. αναρωτιεμαι αν για αυτα τα προνομια - τεχνολογικα παιχνιδακια που πειθεις τον εαυτο σου πως χρειαζεσαι και ευκολα αποκτας η αντικαθιστας εδω, και μια ψευδαισθηση ασφαλειας οτι ολα σωστα θα λειτουργησουνε- πουλησα την ψυχη μου στο διαβολο, ελεγα χτες στη μαμα στο τηλεφωνο. βλεποντας τα πληθη - κοκκινα μπλε και ασπρα χρωματα τα ρουχα τους, καποιες ψευτικες κορωνες, γραβατες και ακριβα καπελλα, αγγλικες σημαιες - να κατεβαινουν στο ποταμι. μιαστυλιζαρισμενη εικονα ιστοριας που εμενα δεν με αγγιζει κι ουτε με αφορα. απλα, αναρωτιεμαι. (υστερογραφο. το προβλημα στην ελλαδα, ναι, ειναι κυριως πολιτικο. κι ενα κομματι του πολιτικου προβληματος ειναι και το πελατειακο. δεν θα κατεβω να ψηφισω, με το σκεπτικο οτι δεν θα τα λουστω, αρα καλυτερα να αποφασισουνε οι αμεσα ενδιαφερομενοι. αν ψηφιζα θα εριχνα τον ψηφο μου σε αυτον τον ησυχο αριστεριζοντα κυριουλη που δεν πειθει και πολλους. αριστερες ειναι μαλλον οι πεποιθησεις μου, θελω ενα κρατος προνοιας με πολυ υψηλους φορους και προστασια, οχι ασυδοσια, για τον εργαζομενο και τους πολιτες του. αλλα οταν ο πιθανα επομενος πρωθυπουργος που καθρεφτιζει στο ατσαλακωτο, οσο και (στα δικα μου ματια) αλαζονικο, φωτογενες του προσωπο την ελπιδα για ενα μεγαλο κομματι της ελληνικης αριστερας, υποσχεται σαν πρωτη κυβερνητικη πραξη διορισμο καποιων χιλιαδων στο δημοσιο. τι αλλαζει, γμτ μ, δεν ξερω. αλλα ετσι κι αλλοιως, δεν ξερω. δικο σας.)

Saturday, 21 April 2012

αποσπασματικα

Η υγρασια μου εσφιγγε το γονατο σα μεγγενη. Η νυχτα μυριζε ομως απροσδιοριστα νυχτερινα λουλουδια (εκεινα που ποτε δεν προσεχεις οταν καιει ο ηλιος) και μυριστικα. Ειναι το περιβολι μου, ειπε ο Α., περνουσαμε εξω απο εναν χορταριασμενο κηπο με μεγαλα δεντρα. Νομιζω καπου ειχε κι ενα μεγαλο κιτρινο φεγγαρι, αλλα η μνημη μου βαζει συχνα παραταιρες εικονες τη μια πανω στην αλλη. Περπατησαμε ωρα αρκετη. Οταν φτασαμε στον προορισμο μας, αθελα μου αρχισα να βριζω. Καποιος δρομος που δεν περιμενα με δικη μου επιλογη να ξαναεπισκεφθω, σιγουρα οχι τοσο συντομα τουλαχιστον. Αμα το μαθει ο Ζ ποιος τον ακουει, ειπα, δεν θα το μαθει, να φροντισεις να μην το μαθει, μου ειπε αυστηρα η Β. Ο-ξεχασα ηδη τ'ονομα του- με πηρε και μπηκαμε στην εκκλησια. Ειχε πολυ κοσμο. Απλωνα σαν παιδι το χερι μου στο μανικι του να πιαστω, να μη χαθω η τον χασω μεσα στο πληθος. Ο τρουλος ητανε ολος γαλαζιος, το ημιφως με τα κερια ειχε μια θαλασια αποχρωση, σαν κατι γαλαζοπρασινα νερα που συναντας αμα εισαι τυχερος στις παραλιες, συγκεκριμενες μονο ωρες του πρωινου. (Σιγουρα οχι μονο τοτε. Αδυναμια κι αυτη να περικοψω τις λυρικοσυναιασθηματικες εξαρσεις. Λες κι εχουνε/ειχανε καποιο οποιο νοημα). Γυρισαμε πισω απο τον ιδιο δρομο. Το τραπεζι θυμιζε μυστικο δειπνο, αν εξαιρουσαμε την αφθονια. Ο-ξεχασα ηδη τ'ονομα του- μ'επιασε να κυτταζω τα δακτυλα του. Μακρια και αρκετα χοντρα, ενα νυχι ητανε μαυρο, ητανε δακτυλα χειρωνακτα. Μου χαμογελασε σχεδον συνωμοτικα, σαν μοιραζομασταν καποιο μυστικο που ομως αγνοω. Ο φιλος του καθοτανε διπλα μου. Ενα χρονο πριν, μεγαλη Παρασκευη, ειχε ερθει μονος του στον επιταφιο. Ο Α θυμαμαι ειχε πει τοτε πως παλι ειχανε τσακωθει (και πως μετα γλυκα θα τα ξαναβρισκαν, κολπα κι αυτα να μην βαριεσαι τον συνκρεβατο σου αμα καπως εχεις μεγαλωσει, ειχε υποοννοησει). Επινε πολυ οπως και πριν ενα χρονο. Μετα φαγαμε και το τσουρεκι που ειχε φτιαξει ο-ξεχασα ηδη τ'ονομα του- με 10 αυγα, μαχλεπι και μπολικο ξυσμα λεμονιου. Εκτος απο το ξυσμα λεμονιου (εγω το θελω να μυριζι πορτοκαλι) ηταν ιδιο με τη γευση τη χαμενη των παιδικων μου χρονων. Το ιδανικο τσουρεκι της Θρακιωτισας γιαγιας, στο ξυλινο σεντουκι με τα τσουριεκια, μεσα στο κελλαρι. Οταν εφυγα η Β μου εδωσε δωρο ενα μπουκετο πολυχρωμα χαρτινα λουλουδια που φωτιζονται απο ενα κρυμμενο λαμπακι - ψυγειου ειπε η Δ. ................... το τσουρεκι μου επεσε βαρυ στο στομαχι την αλλη μερα. οι φιλοι οχι. ................... Μια βδομαδα πριν. Ο Τ αρχισε να κατεβαινει σκαλι σκαλι την κυλιομενη που ανεβαινε, για να ευθυγραμμιστει για λιγο μαζι μου. Εγω κατεβαινα απο την αλλη μερια την αλλη κυλιομενη. Δεν τα καταφεραμε να βρεθουμε στη Βοστωνη - ειδα αργα το μαιηλ του, μετα τον βγαλανε εξω αυρον καποιοι αλλοι που δεν ηξερα το πρωτο βραδυ, τα αλλα τρεχαμε κι οι δυο μεχρι αργα. Το συνεδριο πηγε πολυ καλα, πρεπει να χαιρεσαι μου ειπε - ναι, βεβαια- κριμα που δεν τα ειπαμε - θα τα πουμε σε 3 βδομαδες στο Λονδινο- γεια, καλη επιστροφη- καλο ταξιδι. Συνεχισαμε την πορεια μας σε διαφορετικες κατευθυνσεις. ................... Δεσποινουλα, δεν καταφερα να σου πω ποση πολυ αγωνια περασα με την επεμβαση σου. Τοση που ακομα και σε μενα μου εκανε εκπληξη. ειμαι ψυχραιμος αλλα τελικα οχι ψυχροαιμος ανθρωπος. με ρουφηξε πολυ μεσα (μου) ολη αυτη η ιστορια. νασαι καλα, τοσο συγκροτημενη δυναμη και αισιοδοξια, μου εδινες δυναμη και μονο να σε παρατηρω γλυκια μου. απο τα 18 σε ξερω, κατι τετοιο βεβαια περιμενα, αλλα παλι. και ναναι καλα κι ολοι αυτοι του συναφιου μου που σε βοηθησαν. μεσα σε μια χωρα που ? ( το ερωτηματικο το πιο καλοσυνατο υποκαταστατο για ο,τι με κανουνε να σκεφτομαι τα τεκταινομενα), καποιοι ανθρωποι παραγουνε ακομα σωστο και ουσιαστικο εργο, χωρις φανφαρες και τυμπανοκρουσιες. κι οταν τους ελεγα ευχαριστω, μου λεγανε πως κανανε απλα τη δουλεια τους. Η ζωη εντονα χρωματισμενη σε αποδοση μη τεχνικολορ. (Το πραγματικο αιμα ειναι αλλωστε πυκνο, σχεδον παχυρρευστο κι αντιθετα με το πραγματικο λιπος δεν γυαλιζει). ................... κι ετσι, με αυτα και με αλλα, ολοενα και μικραινουνε σε διαμετρο οι κυκλοι που γραφω, στην αθηνα και αλλου. οταν καποια στιγμη βρεθω στο νοητο κεντρο σκεφτομαι πως ισως θα με ξανασυναντησω. και μετα θα ξαναανοιξουνε, σκεφτομαι, υποπτευομαι, ισως ευχομαι, παλι οι κυκλοι. (παιδες, οσοι το διαβασατε, ευχαριστω και καλως ηλθατε. τα σχολια ομως κλειστα, δεν πολυειμαι -ακομα- στα κοινωνικα μου.)

Wednesday, 9 November 2011

enough.

Ω τι κοσμος μαμα.

Αποφασισα να μην ασχοληθω αλλο, απο εδω τουλαχιστο. γιατι, βεβαια, μερα νυχτα κολλημενη στα ιντερνετια προσπαθω κ εγω να καταλαβω. τι γινεται, τι στο διαλο μας γινεται. να καταλαβω βρε παιδια, αμαν...

μεσα σε ενα χλιδατο περιβαλλον καπου στο Knightsbridge, εμαθα πως καποιος ανθρωπος που θεωρω (?θεωρουσα?) αξιολογο, εχει λιγοτερους φραγμους απο εμενα. παλι προσπαθουσα να καταλαβω το πως και το γιατι, χωρις επιτυχια. ισως αρνουμαι κατι να δω η να αποδεκτω. μικρη αισθηση λυπης, στενοχωριεμαι οταν πεφτουνε καπως οι ανθρωποι στα ματια μου. παμ παρακατω.

συνειδητοποιω, επ αφορμη του προηγουμενου, οτι μεσα σε ολο τον ερωτικο η αλλο ορυμαγδο, εχω επιτακτικη αναγκη του στοιχειου της πνευματικοτητας. μου πηρε καιρο να το συνειδητοποιησω. δυσκολευομαι να το αποδεχτω. αλλα ειναι οντως επιτακτικη αναγκη. χωρις να αναιρουνται οι σωματικες αναγκες. sublimisation? whateva.

το Λονδινο απολαμβανει ενα παρατεταμενα χρυσοκοκκινο φθινοπωρο.

τελειωσα το 1Q84 πολυ γρηγορα. αγαπαω τελικα αυτα που φτιαχνουν οι ανθρωποι που πειθαρχουν τον εαυτο τους, προσηλωνονται στον στοχο τους, και σε ρουφανε μεσα στον κοσμο τους. χωρις καμια εκπτωση σε αυτο που πιστευουν. γιατι ενδιαφερονται πιο πολυ να εκφρασουν καθαρα την αληθεια τους απο το να κερδισουν την δικη σου αποδοχη. καπως ετσι. ακριβως ετσι.

same for Lanthimos. το ακροατηριο ηταν χλιαρο στην προβολη. οι εικονες του ομως μου μεινανε μερες μετα. αν μη τι αλλο, εχει μια εντιμοτητα, και μια κοφτερη ματια- λεπιδι.
Εν αντιθεσει με τον ξυλινο. Που ενω με παρεσυρε στην παρισινη οφθαλμοπορνεια του, με εκνευρισε. Πισω απο τους ηθοποιους ακουγα την εκνευριστικη νευρωτικη φωνη του. Ενας πορνογερος που δινει οπτικες καραμελες στο ακροατηριο. Δεν εχει κατι ιδιαιτερο να πει, απλα θελει να ξεγελασει το κοινο, λιγο ακομα να ασχοληθει μαζι του, λιγο ακομα να πιστεψει την παραμυθα που βολευει κι εχει γινει λογος υπαρξης του σκηνοθετη. τσαντιστηκα μετα την προβολη. προσωπικες αντιπαθειες παρα κριτικη.

Παρατησα στη μεση κ το νεκροταφειο της πραγας. μια απ' τα ιδια. μηδεν ανοχες πλεον, τσαταλια τα νευρα μου.

κατι σε ουσιαστικο και αληθινο μας βρισκεται? δε γουσταρω μπαφους, παραπετασματα καπνου, ουτε πυροτεχνηματα. δε γουσταρω ουτε το μαυρο πελαγο της θλιψης και της ανημποριας. θελω ενα λευκο, καθαρο, εστω ψυχρο φως, κι ας δουμε ολοι τη γυμνια μας να τρομαξουμε. το διακινδυνευω να δω την αληθεια μου καταματα. ποιον θα ψηφιζες στις εκλογες? οποιον υποσχοταν να μας δειξει την αληθεια μας καταματα.

enough. enough now.